Η αλήθεια είναι ένας ωκεανός που τον ταξιδεύεις με την απορία και όχι με την αμφιβολία

Σάββατο 7 Απριλίου 2012

ΓΙΑΤΙ ΘΑ ΣΤΗΡΙΞΩ ΤΗΝ ΕΝΩΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΡΙΖΑ




Σε όλη τη διάρκεια του αντιμνημονιακού αγώνα,  το πρόταγμα το οποίο κυριάρχησε, υπήρξε ο αγώνας για την αναδιανομή του πλούτου και την εθνική μας ανεξαρτησία.  Σε αυτόν τον αγώνα, πολλές δυνάμεις έχουν δώσει το παρόν, από τη δική της οπτική γωνία καθεμιά.  Σε κάποιες από τις δυνάμεις αυτές κυρίαρχο είναι το αίτημα για εθνική ελευθερία και σε άλλες το αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη. Το πρώτο όμως δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το δεύτερο, διότι δεν υπάρχει έθνος χωρίς το λαό του. Συνεπώς, το πρωταρχικό αίτημα, όπως γράφω εδώ και δύο χρόνια, είναι η συνέχιση, η επιβίωση πλέον καταρχήν, του ελληνικού λαού. Χωρίς αυτήν, η κοινωνία μας κινδυνεύει να αυτοκατασπαραχθεί μεταξύ των συγκρουόμενων τμημάτων της τα οποία θα αναδυθούν μέσα από την οικονομική κρίση, και επάνω στο έδαφος της δημογραφικής διάλυσης. 

Η αναδιανομή του πλούτου και η δημιουργία ενός σύγχρονου κράτους, είναι, σύμφωνα με την ιστορική πείρα, τα μόνα μέσα για την υποδαύλιση και τη συντήρηση της προόδου μιας κοινωνίας. Η αναδιανομή, είναι ακόμα πιο επιτατική διότι ο πλούτος που συσσωρεύθηκε μέσα από τη διοχέτευση του χρήματος σταδιακά από το λαό στους ολίγους, συνδυάστηκε με πολλές από τις πιο ανήθικες επιχειρηματικές πρακτικές παγκοσμίως, ακόμα και με όσους ελεύθερης οικονομίας. Η έκταση της αναδιανομής στην Ελλάδα, οφείλει να είναι τέτοια  που να ξεπεράσει τα ελληνικά και να αγγίξει τα παλιότερα σκανδιναβικά υψηλά, ώστε να μην είναι απλά προσχηματική αλλά βαθιά δίκαιη. Τέτοιου τύπου αναδιανομή, δεν προτείνεται από κανένα κόμμα ή κίνημα εκτός από την αριστερά και τις δυνάμεις (και σημαντικές μη αριστερές ανάμεσά τους) οι οποίες επιλέγουν να συμμαχήσουν με την αριστερά για την πραγματοποίηση μιας νέας φορολογικής πολιτικής.

Επίσης, η πολιτική του Μνημονίου, η βαθύτατη διαφθορά και η έλλειψη πολιτικής και κοινωνικής παιδείας, έχουν οξύνει στη χώρα το τεράστιο έλλειμμα δημοκρατίας, και την οδηγούν καθημερινά στον αυταρχισμό, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, στην οικονομική φεουδαρχία και στην καταπάτηση του Συντάγματος. Για τη δικαιολόγηση αυτών των αυθαιρεσιών, το αυταρχικό κράτος καπηλεύεται  άπληστα το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων, υποσχόμενο ασύστολα   περιπέτειες στη μεσογειακή μεθόριο και αποσιωπώντας τις απλές λύσεις του μεταναστευτικού, για να αναπαράγει στη θέση τους το μίσος, και να χωρίσει το λαό σε «σοσιαλιστές- ¨φιλοέποικους¨»  και σε «νεοφιλελεύθερους- ¨εθνικά ακέραιους¨». 



Η πραγματικότητα όμως είναι εντελώς διαφορετική: Η εθνική ανεξαρτησία, και η ενεργειακή αυτάρκεια, δεν μπορούν να λυθούν στο πλαίσιο συμμαχιών με τις δυνάμεις που επέβαλαν το μνημόνιο, αλλά με την επαναδιαπραγμάτευση όλων αυτών των σχέσεων, με βάση το συμφέρον αποκλειστικά του ελληνικού λαού.   Ο  ¨ήπιος¨ ρατσισμός,  και η ¨ήπια¨ εξόντωση των προσφύγων -φιλοξενούμενων του τόπου μας,- ¨στα σιωπηλά¨,  θα διαλύσουν ηθικά το λαό μας και θα τον οδηγήσουν σταδιακά στον απολυταρχισμό. Για το λόγο αυτό, τις δραστικές και απλές λύσεις που θα λυτρώσουν προς τη σωτηρία και την ευημερία χιλιάδες απόκληρους και θα ανακουφίσουν τη χώρα από την ανθρωπιστική κριση, πρέπει να τις διαπραγματευτούν πολιτικές δυνάμεις με βαθειά ανθρωπιστική και δημοκρατική νοοτροπία. Επίσης, οι δυνάμεις αυτές θα πρέπει να είναι ελεύθερες από τις εξαρτήσεις και δεσμεύσεις προς το διεθνή παράγοντα, οι οποίες θα επιτρέψουν να ασκηθεί η δέουσα πολιτική και οικονομική πίεση, μέσω των ευρωπαϊκών και διεθνών οδών, προς τις χώρες εκείνες οι οποίες αποτελούν τους προηγούμενους σταθμούς των κυκλωμάτων της δουλείας και του πόνου.

Τέλος, στο ζήτημα της ονοματοδοσίας του γειτονικού κράτους της ΠΓΔΜ, είναι προφανές ότι οι δυνάμεις του Μνημονίου, πιέζουν για λύση σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα. Μαζί με τη θαρρετή στάση απέναντι στις πολιτικές των δανειστών μας,  γίνεται προφανής  η ανάγκη η διαπραγμάτευση του ονόματος, να ξεκινήσει από νέα αφετηρία, με γνώμονα την ενημέρωση του γειτονικού λαού σχετικά με την αληθινή,  απολύτως σεβαστή και πολύ παλιά, μη μακεδονική του καταγωγή, και την δημιουργία εκπαιδευτικών και πολιτιστικών σχέσεων που θα δείξουν στους δυο λαούς ότι ο ένας δεν αποτελεί φυσικό εχθρό του άλλου.

Ως όνομα, πιστεύω ότι μπορούμε να οδηγηθούμε μακροπρόθεσμα, στην αποδοχή μιας άλλης λύσης,  χωρίς το όνομα Μακεδονία στο όνομα του γειτονικού κράτους, διότι το όνομα Μακεδονία συσκοτίζει την αληθινή ιστορία και την αρχαία κληρονομιά  του μικρού γειτονικού λαού της Κεντρικής Βαλκανικής.  Επίσης, στην άμεση ιστορική περίοδο που διανύουμε, η απόδοση οποιασδήποτε εκδοχής του ονόματος Μακεδονία στο γειτονικό κράτος, ενδέχεται να ¨δικαιώσει¨, ως ¨επιτυχία¨ τον σωβινιστικό ναρκισσισμό της ηγεσίας του ως των ¨Αρείων πολεμιστών  της Βαλκανικής¨,  και να δημιουργήσει  εκεί προϋποθέσεις για νέες περιπέτειες, με άλλους στόχους αυτή τη φορά.  

Η νέα λύση,  θα μπορούσε να λάβει υπόψη της ότι στο γειτονικό κράτος ανήκει, ως 2 νότιες, μη εκτεταμένες, επαρχίες ,  ένα μικρό τμήμα της ιστορικής (αρχαίας) Μακεδονίας, αλλά μεγάλο μέρος της βόρειας κοιλάδας του Αξιού. Ονομάζεται όμως μόνο κατά τον ίδιο τρόπο που στην Ελλάδα, στην Τουρκία και στη Βουλγαρία, ονοματοδοτείται μια επαρχία με το όνομα Θράκη,  από τους αρχαίους Θράκες, γεωγραφικά και μόνο, η οποία δεν σχετίζεται με το συνολικό όνομα του κράτους. Το όνομα αυτών των 2 επαρχιών, θα μπορούσε να έχει τιμητική πολιτιστική αξία για το γειτονικό λαό, κατά τον ίδιο τρόπο που έχει τιμητική πολιτιστική αξία η ονοματοδοσία ¨Αθήνα¨ σε πόλεις της αμερικανικής ηπείρου.  Με τον τρόπο αυτό, τα ιστορικά τραύματα μεταξύ των δύο λαών μπορούν να επουλωθούν σταδιακά και μία εποχή φιλίας να ξεκινήσει. 



Μεμονωμένα πρόσωπα, αδιαμφισβήτητης ακτινοβολίας, βαθύτατης κοινωνικής ευαισθησίας και σεβαστής αναλυτικής σκέψης υπάρχουν αναμφισβήτητα και στα περισσότερα από τα υπόλοιπα αντιμνημονιακά σχήματα και συμμαχίες. Όμως, στην παρούσα φάση, είτε δεν πολιτεύονται, είτε προάγουν διαφορετικές στρατηγικές λύσεις για το εσωτερικό πρόβλημα της πατρίδας μας.  Σε αυτές τις λύσεις, υπάρχουν πάρα πολλά θετικά στοιχεία, τα οποία δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μια μελλοντική συνεννόηση.

Επειδή η Ενωτική Κίνηση αποτελεί έναν αυτοδύναμο πολιτικό πόλο, ο οποίος συνδυάζει ισόρροπα την αναλυτική προσέγγιση των εθνικών προβλημάτων, με την κοινωνική ευαισθησία και την ακρόαση πολλών πολιτικών φωνών οι οποίες επιθυμούν αληθινή δημοκρατία, αποφάσισα να τη στηρίξω στις ερχόμενες εκλογές.  Η ελληνική κοινωνία, για ακόμα μια φορά, καλείται να επιλέξει ανάμεσα στην αληθινή δημοκρατία,  η οποία βασίζεται στη λαϊκή βούληση - ισονομία και σε εναλλακτικές που καταργούν τη δημοκρατία μέσα από την οικονομική και μορφωτική ανισότητα.  Σε αυτή την επιλογή, όλοι οι πολίτες, φιλελεύθεροι, σοσιαλιστές, αριστεροί, ελευθεριακοί, συντηρητικοί ή προοδευτικοί, μπορούμε να συγκλίνουμε μέσα από το διάλογο και την ανταλλαγή ιδεών. Αυτή η αλληλεπίδραση,  και η πνευματική ποιότητα, είναι τα στοιχείο που, προσωπικά, ξεχώρισα στην Ενωτική Κίνηση και στη δράση της και για αυτό πιστεύω ότι αξίζει υποστήριξης στις ερχόμενες εκλογές.  Η συμμαχία με το Συνασπισμό της Ριζοσπαστικής Αριστεράς σε ένα κοινό,  Ενωτικό Μέτωπο, ενισχύει αυτή την ελπίδα του λαού μας για μεγαλύτερη ελευθερία και για κοινωνική δικαιοσύνη, σε μια αληθινά ανεξάρτητη πατρίδα.

Σε όλη την ιστορία της σύγχρονης πολιτικής, στις κρίσιμες στιγμές, οι πολίτες με προέλευση το κέντρο, τους φιλελέυθερους και τους ανένταχτους δημοκράτες, συμμάχησαν πάντα με τα κόμματα και τα κινήματα που ενδιφέρθηκαν πρώτα και κύρια για τη ζωή και την υγεία των πολιτών. Με συνείδηση της τόλμης που απαιτεί η σύγκλιση, αποφάσισα να στηρίξω ενεργά αυτή την πρωτόγνωρη και για αυτό βαθύτατα ελπιδοφόρα προσπάθεια.

Γιώργος Θωμαϊδης